Όταν κάποιος στοχάζεται τη βαρβαρότητα την ταυτίζει με τους ναζί, ή κάτι που έγινε στο παρελθόν ή κάτι τέλος πάντων έξω και από μακριά από αυτόν. Τι σχέση έχουν άλλωστε οι σημερινές πολιτισμένες κοινωνίες μας με τη ναζιστική Γερμανία του ’30; 

Ads

Προσδίδοντας όμως στη βαρβαρότητα αποκλειστικά ένα ιστορικό μανδύα στην ουσία αρνούμαστε να κοιτάξουμε τη διαχρονική της σύνδεση με το παρόν.  Μελετάμε έτσι στην ιστορία όχι σαν μια κυκλική ροή γεγονότων και ιδεολογιών προορισμένων να επαναλαμβάνονται – εφόσον στηρίζονται στα ίδια, διαχρονικά πάθη και αδυναμίες των ανθρώπων- αλλά την κοιτάμε από απόσταση,  σε ένα ακίνδυνο παρελθόντα χρόνο, μετατρέποντας τελικά την σε μουσειακό έκθεμα. Και φυσικά όσο πιο βάρβαρο το παρελθόν είναι, τόσο πιο βαθειά το παραχώνουμε στο χρονοντούλαπο της ιστορίας μέχρι να απομένει τελικά μια θολή ανάμνηση αυτού που κάποτε ήταν. Η ανάγκη να προχωρήσουμε μπροστά είναι πιο ίσχυρη από την αναδίφηση στο παρελθόν.

Εξ’ου και η σοφή λαϊκή ρήση: μην ξύνεις παλιές πληγές.   Η βαρβαρότητα όμως έχει συνέπεια και τακτότητα, είναι ριζωμένη στο συλλογικό υποσυνείδητο μας και φωλιάζει κάτω από το πολιτισμένο μας προσωπείo:  είναι το κρυφό μας τεράτακι που ταΐζουμε καθημερινά στο πίσω μέρος της αυλής μας. 

Η Ευρώπη και οι κοινωνίες των εθνών μετά το πόλεμο θέλησαν να αποτινάξουν το κτηνώδες παρελθόν τους -την αποικιοκρατία των Ευρωπαίων, τον χωρίς νόημα πρώτο παγκόσμιο τις κτηνωδίες των Ναζί- να ξορκίσουν το φάντασμα της βαρβαρότητας και του πολέμου με συνοπτικές διαδικασίες. Φορέσαμε φύρδην μίγδην τα πολιτισμένα μας κουστούμια για να κρύψουμε τις ουλές, να ξεχάσουμε το Άουσβιτς και να βιράρουμε πρόσω ολοταχώς προς το πολιτισμένο μας μέλλον γεμάτο κατανάλωση και ανεμελιά. Καβάλα στο άρμα της θετικότητας και σε ένα καπιταλισμό που έτρεχε με χίλια που χρόνος και διάθεση, να κοιτάξουμε κάτω από την απαστράπτουσα περιβολή μας το αγριεμένο ζώο που ζέχνει ακόμα. 

Ads

Ωστόσο η ροπή προς της βαρβαρότητα δείχνει να είναι ευθέως ανάλογη με την οικονομική πρόοδο και εξέλιξη των κοινωνιών: όσο απολαμβάνουμε την τεχνολογία και τα κινητά μας τόσο εξαναγκάζονται τα παιδιά να εξάγουν κοβάλτιο στο Κονγκό.  Η βαρβαρότητα έλεγε ο Κόνραντ δεν είναι μια πρωτόγονη μορφή ζωής αλλά η παθολογική εξέλιξη του δυτικού πολιτισμού.  Στην ίδια γραμμή ο Σοπενχάουερ συμπέρανε ότι το ελεύθερο και συνειδητό άτομο που αποτελεί το πυρήνα του χριστιανισμού και του ανθρωπισμού είναι μια πλάνη που μας αποκρύπτει από αυτό που πραγματικά είμαστε. Ο Φρόυντ μιλάει και αυτός για ένα σκοτεινό υποσυνείδητο,  απόρροια των χιλιάδων πολέμων και των καταπιεσμένων αισθημάτων που μαγνητίζει τη ψυχή μας προς τα κάτω. Διατεινόμαστε ότι παρακινούμαστε από την ορθολογική σκέψη και τη συμπονετική μας φύση αλλά στην ουσία κατευθυνόμαστε από σκοτεινές δυνάμεις, αγελαία ένστικτα και σκοτεινές παρορμήσεις. 

Οι λόγοι που μετακινείται κανείς νότια της περιοχής των ανθρώπων και βόρεια της περιοχή των ζώων είναι είναι πολλοί: φόβος, εξαθλίωση, ένστικτο επιβίωσης, αμορφωσιά κλπ. Κυρίως όμως εγκαθιδρύεται στη κοινωνία μέσα από την κρατική προπαγάνδα, από ένα φαντασιακό ιδεολόγημα που φαντάζει σαν κοινή αυταπόδεικτη αλήθεια που στοχοποιεί ένα εχθρό, κάνοντας σαφές στον εξαθλιωμένο πολίτη ποιος είναι ο υπεύθυνος για τα κακά της μοίρας του. Αυτή η πανάρχαια πρακτική εξαγνισμού μέσω της εκδίωξης του καθάρματος (κάθαρσιν), έχει τόσο ισχύ στη  ζωή μας όσο η ταφή των νεκρών και το έθιμο του γάμου- στην αρχαία Αθήνα διάλεγαν τον πιο άσχημο και ταλαίπωρο, τον “φαρμακό¨ και αφού τον στόλιζαν με μια αρμαθιά σύκα τον έκαιγαν ή  τον έδιωχναν με πέτρες έξω από τα τείχη της πόλης. Το ελληνικό και το ευρωπαϊκό αφήγημα είναι ότι οι μετανάστες που εισέρχονται παράνομα είναι εχθροί και εμείς οφείλουμε να προστατεύσουμε τα σύνορα μας.

O κόσμος αποδέχεται σταδιακά τη κρατική προπαγάνδα: τους μετανάστες ως εισβολείς. βδελύγματα, ως κατώτερες υπάρξεις. Η γνωσιακή αυτή εκτροπή του πολίτη από τις αξίες του ανθρωπισμού δεν αφορά όμως μόνο τον ξένο: πρεσβεύει την εγκαθίδρυση μιας ιεραρχημένης κανονικότητας με σύνορα κλειστά και απροσπέλαστα και την  εξ’ολοκλήρου αποκήρυξη της ετερότητας, ως χώρο και τρόπο ανάδυσης και υλοποίησης συλλογικών και προσωπικών ταυτοτήτων. Η εκτροπή αυτή όμως του υποκειμένου μολύνει, χωρίς να το αντιλαμβάνεται κάθε πτυχή της κατά τα άλλα κανονικής του ζωής : τη σχέση του με τον εαυτό του και τον κόσμο,  το τρόπο που λέει καλημέρα και φέρεται στη σύντροφο του. Ανέκαθεν άλλωστε υπήρχε μια στενή σχέση ανάμεσα στα ατομικά και συλλογικά εγκλήματα. 

Ο  φιλήσυχος Γερμανός της δεκαετίας του ‘30, έγραφε η Άρεντ που φυλούσε τη γυναίκα του και τα παιδιά, που πήγαινε στην εκκλησία και καλούσε τους φίλους του για δείπνο ήταν ικανός για τα πιο αποτρόπαια πράγματα:  στηριζόμενοι στην κανονικότητα, πραγματοποιούμε φοβερά πράγματα μας υπενθυμίζει.  Η βαρβαρότητα σε μια εκφυλισμένη κοινωνία άλλωστε μοιάζει πιο ελκυστική από την προάσπιση αρχών ανθρωπισμού, που μοιάζουν ανεδαφικές και πολύπλοκες – δεν είναι τυχαίο άλλωστε που από τον φασισμό απουσιάζει παντελώς η πολυπλοκότητα της κριτικής σκέψης. Κοινωνίες αποδέχονται άκριτα μακιαβελιστικές λύσεις: μπορεί να χάσουν τη ψυχή τους αλλά το πρόβλημα θα έχει λυθεί.  Ούτε λόγος φυσικά μιας διαφορετικής λύσης από τον πολιτισμένο δυτικό κόσμο-  που έχει στηρίξει την οικονομική του πρόοδο στην αποικιοκρατία, στην εκμετάλλευση και καταλήστευση “υποανάπτυκτων” χωρών – να δημιουργήσει ένα σχέδιο, τύπου Μάρσαλ – για την υποδοχή και αξιοποίηση των προσφύγων αλλά κυρίως για την αποκατάσταση των κατεστραμμένων οικονομιών και κοινωνιών τους στις χώρες τους.  

Το στρατόπεδο συγκέντρωσης της Μόριας θα πλανιέται για πολύ καιρό πάνω από τις ψυχές μας, θα στοιχειώνει για καιρό την πολιτισμένη Ελλάδα και Ευρώπη που θα έχουν σταθεί ανίκανες αμφότερες να απαντήσουν στην Ιστορία γιατί επέτρεψαν να συμβεί αυτό το συλλογικό έγκλημα κατά της ανθρωπότητας:  άνθρωποι στιβαγμένοι σαν τα ποντίκια, παιδιά σε άθλιες συνθήκες και σε πλήρη άρνηση στοιχειωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων τους. Δυστυχώς σε ένα χρόνο εξατομικευμένου παρόντος, που η κριτική για τις αιτίες δεν προλαβαίνει να στήσει αναχώματα στο τσουνάμι της  ανεξέλεγκτης προόδου, η βαρβαρότητα φαίνεται να εγκαθίσταται για τα καλά στις κοινωνίες των ανθρώπων και το πιο πιθανόν είναι νέες Μόριες, ακόμα πιο αποτρόπαιες να συμβούν στο μέλλον. Το σενάριο άλλωστε της τελικής λύσης για τους πρόσφυγες, από ότι φαίνεται έχει ήδη τεθεί σε εφαρμογή.

*Ο Στρατής Βογιατζής είναι Σκηνοθέτης – Φωτογράφος